- ψευδάργυρος
- Χημικό στοιχείο με σύμβολο Zn· ανήκει στη δεύτερη ομάδα, δεύτερη υποομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 30, ατομικό βάρος 65,37 και δεκατρία ισότοπα, από τα οποία πέντε είναι σταθερά. Δεν βρίσκεται ελεύθερος στη φύση, αλλά είναι αρκετά διαδεδομένος στα ορυκτά του, όπως ο θειούχος ψ., η καλαμίνα (πυριτικό), ο σμιθσονίτης (ανθρακικό) και ο ψευδαργυρίτης (οξείδιο), που συναντάται σπανιότερα. Ο ψ. είναι ουσιώδες στοιχείο για την ανάπτυξη πολλών ζωικών και φυτικών οργανισμών. Ίχνη ψ. βρίσκονται στην ινσουλίνη. Τα ορυκτά του ψ. τα χρησιμοποιούσαν από την αρχαιότητα για να παράγουν τους ορείχαλκους. Αν και στην Ασία ήταν γνωστός από παλιότερα, στην Ευρώπη εισήχθη κατά τον Μεσαίωνα και φαίνεται ότι ο Παράκελσος, τον 16o αι., ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος που αναγνώρισε τον ψ. ως μεταλλικό στοιχείο και τον ονόμασε zinckum. Το καθαρό μέταλλο παράχθηκε, κατά τα μέσα του 18ου αι., από τον Μάρκγκραφ, με επεξεργασία της καλαμίνας με άνθρακα.
Είναι μέταλλο κυανόλευκο, μαλακό και ελατό, τήκεται στους 419,5°C, βράζει στους 906°C και έχει ειδικό βάρος 7,14· στον αέρα, στη συνήθη θερμοκρασία, η επιφάνεια του μετάλλου καλύπτεται με το βασικό ανθρακικό παράγωγό του, που το προστατεύει από βαθύτερη αλλοίωση και το καθιστά ανθεκτικό στην περαιτέρω προσβολή από τους ατμοσφαιρικούς παράγοντες. Για την ιδιότητά του αυτή χρησιμοποιείται για επενδύσεις άλλων μετάλλων. Αν θερμανθεί γύρω στους 900°C καίγεται με φωτεινή φλόγα σχηματίζοντας ελαφρούς λευκούς θυσάνους oξειδίου· αντιδρά με τα ορυκτά οξέα, ειδικότερα με το θεϊκό και το υδροχλωρικό, όταν είναι αραιωμένα, ελευθερώνοντας υδρογόνο.
Ο ψ. παραλαμβάνεται με αναγωγή με άνθρακα του οξειδίου του, το οποίο προέρχεται από τη φρύξη των ορυκτών σε ειδικές καμίνους· το ακάθαρτο αυτό μέταλλο που περιέχει μόλυβδο, αρσενικό και κάδμιο, πλένεται με θειικό οξύ και υποβάλλεται σε ηλεκτρόλυση, οπότε δίνει ψ. καθαρότητας 99,8%. Η μέθοδος αυτή, σχετικά οικονομική, εφαρμόζεται σε ευρεία κλίμακα.
Ο ψ. σχηματίζει διάφορους τύπους ενώσεων, από τις οποίες διακρίνονται το οξείδιο, λευκή σκόνη, που χρησιμοποιείται στην παρασκευή χρωμάτων (λευκό του ψ.), στη βιομηχανία του συνθετικού ελαστικού, για ιατρικές πομάδες και στα καλλυντικά ως στυπτικό και απολυμαντικό. Ο χλωριούχος ψ. παρασκευάζεται με διάλυση του μετάλλου σε υδροχλωρικό οξύ, είναι ευδιάλυτος στο νερό, ισχυρά αφυδατικός και χρησιμοποιείται στη βιομηχανία των χρωστικών και στα χημικά εργαστήρια ως καταλύτης κατά την επεξεργασία του ερίου. Ο θειούχος ψ. βρίσκεται στη φύση ως σφαλερίτης και ως βουρτσίτης· αναμεμειγμένος με θειικό βάριο χρησιμοποιείται ως λευκό χρωστικό με ψηλή ικανότητα επικάλυψης. Ο θειούχος ψ., με κατάλληλη ξήρανση και με παρουσία ελάχιστης ποσότητας βαρέων μετάλλων, φωσφορίζει και χρησιμοποιείται, με την ονομασία σφαλερίτης του Σιντό, στις τηλεοπτικές οθόνες, στα ταλαντοσκόπια, στις συσκευές ακτίνων X. Ο θειικός ψ., παρασκευάζεται αν διαλυθεί το μέταλλο σε αραιό θειικό οξύ, εφαρμόζεται στην ηλεκτρολυτική επιψευδαργύρωση του σιδήρου, στυπτικό στη βαφική, στο τύπωμα των υφασμάτων και κυρίως στα λουτρά πήξης του ρεγιόν βισκόζης.
Ο ψ. έχει πολυάριθμες χρήσεις· εφαρμόζεται κυρίως ως προστατευτική επένδυση άλλων μετάλλων, κατασκευάζονται από αυτόν πλάκες ανθεκτικές στους ατμοσφαιρικούς παράγοντες, ως αναγωγικό σε πολλές χημικές αντιδράσεις, σε πλείστα κράματα στην τυπογραφία (τσιγκογραφία) κλπ.
Ο ψευδάργυρίτης (ΖηΟ) είναι ορυκτό του ψευδάργυρου.
Εργαζόμενος σε εργοστάσιο κολλά μια σπείρα ψευδαργύρου (φωτ. ΑΠΕ).
* * *ο, ΝΑείδος μετάλλου με μέτρια σκληρότητα και αντοχή, που επιδέχεται καλή στίλβωση, κν. γνωστό σήμερα ως τσίγκοςνεοελλ.χημ. μεταλλικό χημικό στοιχείο με σύμβολο Zn, ατομικό αριθμό 30 και ατομικό βάρος 65,38, μεγάλης οικονομικής, τεχνολογικής και βιολογικής σημασίας.[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)-* + ἄργυρος].
Dictionary of Greek. 2013.